Κύριο Μενού:
Στοματολογία
Καρκίνος Του Στόματος
Στο στόμα αναπτύσσεται μεγάλος αριθμός κακοηθών νεοπλασμάτων που περιγράφονται συνολικά με τον γενικό όρο καρκίνος. Ο καρκίνος του στόματος μπορεί να εντοπίζεται επιφανειακά ή να βρίσκεται βαθύτερα στους ιστούς ή στα οστά των γνάθων. Την απόλυτη κυριαρχία και με ποσοστό 95% περίπου ανάμεσα στους άλλους καρκίνους του στόματος έχει το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.
Το καρκίνωμα αυτό βρίσκεται σχεδόν πάντα επιφανειακά στο βλεννογόνο του στόματος και είναι εμφανές από τα πρώτα του βήματα. Συχνά μπορεί να εντοπιστεί πιο νωρίς, πριν ακόμη γίνει καρκίνος, που εμφανίζεται ως προκαρκινική βλάβη με την μορφή μιας λευκής πλάκας ή μιας ερυθρής περιοχής.
Η πρόγνωση του καρκίνου του στόματος είναι βαριά. Η νόσος δηλαδή αντιμετωπίζεται θεραπευτικά πολύ δύσκολα. Ιδιαίτερα όταν η διάγνωση γίνεται αργά. Αυτό δυστυχώς συμβαίνει πολύ συχνά. Στο 60% περίπου τα καρκινώματα του στόματος, όταν ανακαλύπτονται από τον Οδοντίατρο ή άλλο Γιατρό για πρώτη φορά βρίσκονται στο στάδιο III ή IV. Έχουν δηλαδή, διαστάσεις μεγαλύτερες των 3-4 εκατοστών ή συνοδεύονται από διογκωμένους λεμφαδένες στο τράχηλο (μεταστάσεις). Οι προοπτικές θεραπείας σ' αυτήν την περίπτωση είναι δυσοίωνες. Η καθυστέρηση της διάγνωσης οφείλεται σε πολλούς και διαφόρους λόγους. Σπουδαιότερος από αυτούς είναι ότι ο καρκίνος στο στόμα, στα αρχικά κυρίως στάδια αναπτύξεως του, είναι ανώδυνος. Δεν πονάει ώστε να αναγκάσει τον ασθενή να ζητήσει ιατρική βοήθεια. Άλλος λόγος είναι ή άγνοια.
Ο κόσμος αλλά και πολλοί γιατροί έχουν χαμηλό δείκτη υποψίας. Πιστεύουν ότι ο καρκίνος του στόματος είναι σπάνιο φαινόμενο. Αντιθέτως όμως, σε παγκόσμια κλίμακα, ο καρκίνος του στόματος αποτελεί το 3-4% όλων των καρκίνων του σώματος, 270 χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο χάνουν τη ζωή τους από καρκίνο του στόματος. Άλλοι πάλι έχουν υψηλό δείκτη υποψίας, ξέρουν δηλαδή ότι μπορεί να εμφανιστεί ανά πάσα στιγμή καρκίνος στο στόμα, αλλά δεν ξέρουν τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά και την κλινική του πορεία ώστε να τον αναγνωρίσουν εγκαίρως. Αγνοούν επίσης, ή δεν θέλουν να συνειδητοποιήσουν, ποια είναι τα αίτια που προκαλούν καρκίνο.
Απαντώντας στα ερωτήματα αυτά μπορούμε να πούμε ότι: Για να γίνει ένα κύτταρο καρκινικό πρέπει να αλλάξει η λειτουργία ορισμένων γονιδίων του. Οι αλλαγές των γονιδίων (μεταλλάξεις) προκαλούνται από πολλούς παράγοντες όπως χημικές ουσίες, ιοί, ακτινοβολίες κ.τ.λ. Τον κύριο λόγο όμως τον έχει το κάπνισμα.
Θεωρητικά πάνω από το 80% των καρκίνων του στόματος αποδίδονται στο κάπνισμα. Την καταστροφική δράση του καπνού προάγει το αλκοόλ. Η μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών. Άτομα που καπνίζουν 2 πακέτα την ημέρα προσβάλλονται από καρκίνο στο στόμα 3-4 φορές πιο συχνά από ότι αυτοί που δεν καπνίζουν. Οι καπνιστές που καταναλώνουν ταυτόχρονα μεγάλες ποσότητες οινοπνευματωδών ποτών προσβάλλονται 15 φορές συχνότερα από ότι αυτοί που δεν καπνίζουν και δεν πίνουν. Άλλη σημαντική διαπίστωση είναι ότι το καρκίνωμα του στόματος προσβάλλει συχνότερα ηλικιωμένα άτομα. Ανθρώπους δηλαδή άνω των 50 ετών. Σε άτομα κάτω των 40 ετών είναι ασύνηθες και σε μικρότερες ακόμη ηλικίες γίνεται σπάνιο.
Η κλινική εικόνα του καρκινώματος μπορεί να προσλάβει πάρα πολλές μορφές. Συνήθως όμως εμφανίζεται σαν έλκος με ανώμαλη μορφή που είναι σκληρό στη ψηλάφηση. Συχνά το έλκος αυτό αναπτύσσεται πάνω σε μία προκαρκινική βλάβη. Σε μία άσπρη πλάκα ή μία ερυθρή περιοχή.
Επιλέγοντας τα σημαντικότερα στοιχεία από τα παραπάνω μπορεί κανείς εύκολα να καταλήξει στο ότι: Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του καρκίνου του στόματος ο κύριος ρόλος ανατίθεται στην πρόληψη. Την πρωτογενή ή την δευτερογενή. Η εφαρμογή πρωτογενούς πρόληψης αποσκοπεί στην ακύρωση του ενδεχομένου ανάπτυξης καρκίνου. Η αποφυγή ή η απαλλαγή του ανθρώπου από το κάπνισμα αποτελεί κλασσικό παράδειγμα πρωτογενούς πρόληψης. Ιδιαίτερα όταν αυτή συνοδεύεται από καλή στοματική υγιεινή και λελογισμένη χρήση οινοπνευματωδών ποτών.
Η δεύτερη γραμμή άμυνας, κατά του καρκίνου, αν χαθεί ή μάχη της πρωτογενούς πρόληψης, είναι η δευτερογενής πρόληψη. Η ανακάλυψη δηλαδή μιας αλλοίωσης στη φάση προκαρκινικής βλάβης ή αργότερα στα αρχικά στάδια μιας καρκινικής εξέλιξης.
Η ενδεδειγμένη τακτική προς τούτο από τον οδοντίατρο ή και από τον ίδιο τον ασθενή είναι η προσεκτική εξέταση ολόκληρου του στόματος. Κάθε βλάβη του βλεννογόνου, που δεν αποδράμει μόνη της σε 10-15 ημέρες, αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα που πρέπει γρήγορα να επιλυθεί. Ιδιαίτερα αν αυτό το πρόβλημα αναφέρεται σε άτομα ηλικίας άνω των 50-60 ετών, που καπνίζουν και πίνουν οινοπνευματώδη ποτά.
Η βλάβη τότε πρέπει να εξετάζεται με βιοψία και ιστολογική εξέταση. Αν η ιστολογική εξέταση δείξει κάποιας μορφής κακοήθεια θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία, ή συνδυασμό των ανωτέρων μορφών. Σε όλες όμως τις φάσεις αυτές πριν, κατά τη διάρκεια, ή μετά τη θεραπεία, ο οδοντίατρος παραμένει κοντά στον ασθενή. Τον καθοδηγεί και φροντίζει για την υγεία του στόματος του, που διαταράσσεται από τις επιπτώσεις των θεραπευτικών μεθόδων. Έτσι, με τη βοήθεια του οδοντιάτρου, η θεραπεία μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς να επιβαρύνεται σοβαρά η ποιότητα ζωής του ασθενούς.